- Θρασυμάχου
- Θρασύμαχοςbold in battlemasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
θρασυμάχου — θρασύμαχος bold in battle masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επανανεούμαι — ἐπανανεοῡμαι, όομαι (Α) μέσ. ανανεώνω, επαναλαμβάνω («ἐπανανεώσομαι τὸν Θρασυμάχου λόγον», Πλάτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ανα νεούμαι (< νέος)] … Dictionary of Greek
σοφιστές — Με τον όρο αυτό νοούνται εξέχουσες προσωπικότητες της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και σκέψης (οι περισσότεροι έζησαν τον 5o αι. π.Χ.), οι οποίες συνιστούν ένα πολυσύνθετο και αρκετά ποικίλων αποχρώσεων πολιτιστικό κίνημα, μεγάλης ιστορικής… … Dictionary of Greek